LITERATURE ATTACK

Δευτέρα 27 Φεβρουαρίου 2012

Γιώργος Σεφέρης


Ο Γιώργος Σεφέρης διοχετεύει την πλούσια γνώση και τη βαθιά συγκίνησή του για την Ελλάδα στο ποιητικό του ταλέντο. Στην ποίησή του συνυφαίνει το λυρισμό με τη στοχαστικότητα, την αισθαντικότητα με το σκεπτικισμό, την υπαινικτική γραφή με τη γλωσσική καθαρότητα. Μύθοι και σύμβολα επιμένουν να συνδέουν τους λαβυρίνθους του παρελθόντος με ένα ζοφερό παρόν, που το ατενίζει με μια θλιμμένη ελπίδα. Η ποιητική του πορεία ξεκινά από την έκδοση της πρώτης συλλογής του με τον τίτλο "Στροφή" ( 1931), που αποτελεί στροφή της νεοελληνικής ποίησης προς τα μονοπάτια του μοντερνισμού, και κορυφώνεται με τη διεθνή αναγνώριση που έρχεται με την απονομή του βραβείου Νόμπελ Λογοτεχνίας (1963).
Η ποίηση του Γιώργου Σεφέρη είναι μια ποίηση απαισιόδοξη, βαρύθυμη, μελαγχολική, χωρίς όμως να απουσιάζουν αισιόδοξες σκέψεις. Ο λόγος του είναι συμβολιστικός και υπαινικτικός. Βασικό θέμα στην ποίησή του  είναι η  ελληνική παράδοση (αρχαία και νεότερη, όχι όμως και βυζαντινή ή χριστιανική) και η συνάντησή της με το σύγχρονο ευρωπαϊκό πολιτισμό. Στα ποιήματά του διαφαίνεται η νοσταλγία του Έλληνα εκτός πατρίδας και ο καημός για τη μοίρα του ελληνισμού, μια μοίρα που την καθορίζουν οι μεγάλες δυνάμεις, αλλά και οι εθνικές αστοχίες.
Ο λόγος του Σεφέρη είναι απλός και λιτός χωρίς στόμφο και λεκτικό πληθωρισμό. Ο στίχος του είναι άλλοτε παραδοσιακός κι άλλοτε -πιο συχνά- ελεύθερος. Η γραφή του είναι πολύ συχνα συνειρμική και το ύφος του στοχαστικό, "κουβεντιαστό" και οικείο.  Επηρεάζεται κυρίως από το συμβολισμό και σπάνια από τον υπερρεαλισμό. Η γλώσσα του δημοτική, χωρίς πολυσύνθετα επίθετα, χωρίς ντοπιολαλιά ή ανάμειξη από όλο το μήκος της ιστορικής διαδρομής της. 


Περισσότερες πληροφορίες και όλο το έργο του Γιώργου Σεφέρη εδώ


Ελένη

(από τη συλλογή "Κύπρον ου μ΄εθέσπισεν", 1955)

 
[ΤΕΥΚΡΟΣ ... ες γην εναλίαν Κύπρον ου μ' εθέσπισεν
οικείν Απόλλων, όνομα νησιωτικόν
Σαλαμίνα θέμενον της εκεί χάριν πάτρας.
..............................................................
ΕΛΕΝΗ: Ουκ ήλθον ες γην Τρωάδ' , αλλ' είδωλον ήν.
.............................................................
ΑΓΓΕΛΟΣ: Τι φής;
Νεφέλης άρ' άλλως είχομεν πόνους πέρι;

 ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ, ΕΛΕΝΗ]


"Τ' αηδόνια δε σ' αφήνουνε να κοιμηθείς στις Πλάτρες''.

Αηδόνι ντροπαλό, μες στον ανασασμό των φύλλων,
σύ που δωρίζεις τη μουσική δροσιά του δάσους
στα χωρισμένα σώματα και στις ψυχές
αυτών που ξέρουν πως δε θα γυρίσουν.  5
Τυφλή φωνή, που ψηλαφείς μέσα στη νυχτωμένη μνήμη
βήματα και χειρονομίες. δε θα τολμούσα να πω φιλήματα.
και το πικρό τρικύμισμα της ξαγριεμένης σκλάβας.

"Τ' αηδόνια δε σ' αφήνουνε να κοιμηθείς στις Πλάτρες".

Ποιες είναι οι Πλάτρες; Ποιος το γνωρίζει τούτο το νησί; 10
Έζησα τη ζωή μου ακούγοντας ονόματα πρωτάκουστα:
καινούργιους τόπους, καινούργιες τρέλες των ανθρώπων
ή των θεών.
η μοίρα μου που κυματίζει
ανάμεσα στο στερνό σπαθί ενός Αίαντα
και μιαν άλλη Σαλαμίνα 15
μ' έφερε εδώ σ' αυτό το γυρογιάλι.
Το φεγγάρι
βγήκε απ' το πέλαγο σαν Αφροδίτη.
σκέπασε τ' άστρα του Τοξότη, τώρα πάει να 'βρει
την καρδιά του Σκορπιού, κι όλα τ' αλλάζει.
Πού είναι η αλήθεια; 20
Ήμουν κι εγώ στον πόλεμο τοξότης.
το ριζικό μου, ενός ανθρώπου που ξαστόχησε.

Αηδόνι ποιητάρη,
σαν και μια τέτοια νύχτα στ' ακροθαλάσσι του Πρωτέα
σ' άκουσαν οι σκλάβες Σπαρτιάτισσες κι έσυραν το θρήνο, 25
κι ανάμεσό τους-ποιος θα το 'λεγε-η Ελένη!
Αυτή που κυνηγούσαμε χρόνια στο Σκάμαντρο.
Ήταν εκεί, στα χείλια της ερήμου. την άγγιξα, μου μίλησε:
"Δεν είν' αλήθεια, δεν είν' αλήθεια" φώναζε.
"Δεν μπήκα στο γαλαζόπλωρο καράβι. 30
Ποτέ δεν πάτησα την αντρειωμένη Τροία".

Με το βαθύ στηθόδεσμο, τον ήλιο στα μαλλιά, κι αυτό
το ανάστημα
ίσκιοι και χαμόγελα παντού
στους ώμους στους μηρούς στα γόνατα.
ζωντανό δέρμα, και τα μάτια 35
με τα μεγάλα βλέφαρα,
ήταν εκεί, στην όχθη ενός Δέλτα.
Και στην Τροία;
Τίποτε στην Τροία-ένα είδωλο.
Έτσι το θέλαν οι θεοί.
Κι ο Πάρης, μ' έναν ίσκιο πλάγιαζε σα να ήταν πλάσμα 40
ατόφιο.
κι εμείς σφαζόμασταν για την Ελένη δέκα χρόνια .

Μεγάλος πόνος είχε πέσει στην Ελλάδα.
Τόσα κορμιά ριγμένα
στα σαγόνια της θάλασσας στα σαγόνια της γης.
τόσες ψυχές 45
δοσμένες στις μυλόπετρες, σαν το σιτάρι.
Κι οι ποταμοί φουσκώναν μες στη λάσπη το αίμα
για ένα λινό κυμάτισμα για μια νεφέλη
μιας πεταλούδας τίναγμα το πούπουλο ενός κύκνου
για ένα πουκάμισο αδειανό, για μιαν Ελένη. 50
Κι ο αδερφός μου;
Αηδόνι αηδόνι αηδόνι,
τ' είναι θεός; τι μη θεός; και τι τ' ανάμεσό τους;

"Τ' αηδόνια δε σ' αφήνουνε να κοιμηθείς στις Πλάτρες".

Δακρυσμένο πουλί,
στην Κύπρο τη θαλασσοφίλητη
που έταξαν για να μου θυμίζει την πατρίδα, 55
άραξα μοναχός μ' αυτό το παραμύθι,
αν είναι αλήθεια πως αυτό είναι παραμύθι,
αν είναι αλήθεια πως οι άνθρωποι δε θα ξαναπιάσουν
τον παλιό δόλο των θεών.
αν είναι αλήθεια
πως κάποιος άλλος Τεύκρος, ύστερα από χρόνια, 60
ή κάποιος Αίαντας ή Πρίαμος ή Εκάβη
ή κάποιος άγνωστος, ανώνυμος που ωστόσο
είδε ένα Σκάμαντρο να ξεχειλάει κουφάρια,
δεν το 'χει μες στη μοίρα του ν' ακούσει
μαντατοφόρους που έρχουνται να πούνε 65
πως τόσος πόνος τόση ζωή
πήγαν στην άβυσσο
για ένα πουκάμισο αδειανό για μιαν Ελένη.



Παιδί
Όταν άρχισα να μεγαλώνω με βασάνιζαν τα δέντρα
γιατί χαμογελάτε; πήγε ο νους σας στην άνοιξη που είναι σκληρή για τα μικρά παιδιά;
μ' άρεσαν πολύ τα πράσινα φύλλα
νομίζω πως έμαθα λίγα γράμματα γιατί το στουπόχαρτο πάνω στο θρανίο μου ήταν κι εκείνο πράσινο
με βασάνιζαν οι ρίζες των δέντρων όταν μέσα στη ζεστασιά του χειμώνα ερχόντανε να τυλιχτούν γύρω στο κορμί μου
δεν έβλεπα άλλα όνειρα σαν ήμουν παιδί·
έτσι γνώρισα το κορμί μου.

Όλα Περνούν
Ξεχάσαμε τον ηρωικό μας αντίλογο με τις Ευμενίδες
μας πήρε ο ύπνος μας πήραν για πεθαμένους κι έφυγαν φωνάζοντας
"Γιου! Γιου! Πούουου ... παξ!"
βρίζοντας τους θεούς που μας προστατεύουν.


Γράμμα του Μαθιού Πασκάλη

Οι ουρανοξύστες της Νέας Υόρκης δε θα γνωρίσουν ποτέ τη δροσούλα που κατεβαίνει στην Κηφισιά
μα οι δυο καμινάδες που μ' άρεσαν στην ξενιτιά πίσω απ' τα κέδρα, γυρίζουν πάλι
σα βλέπω τα δυο κυπαρίσσια πάνω από τη γνώριμή σου την εκκλησιά
που έχει τους κολασμένους ζωγραφιστούς να τυραννιούνται μες στη φωτιά και στην αθάλη.

Όλο το Μάρτη τα λαγόνια σου τα ωραία τα ρήμαξαν οι ρεματισμοί και το καλοκαίρι πήγες στην Αιδηψό.
Θεοί! πώς αγωνίζεται η ζωή για να περάσει, θα 'λεγες φουσκωμένο ποτάμι από την τρύπα βελόνας.
Κάνει ζέστη βαθιά ως τη νύχτα, τ' άστρα πετάνε σκνίπες, πίνω άγουρες γκαζόζες και διψώ·
φεγγάρι και κινηματογράφος, φαντάσματα και πνιγερός ανήμπορος λιμιώνας.

Βερίνα, μας ερήμωσε η ζωή κι οι αττικοί ουρανοί κι οι διανοούμενοι που σκαρφαλώνουν στο ίδιο τους κεφάλι
και τα τοπία που κατάντησαν να παίρνουν πόζες από την ξεραΐλα κι από την πείνα
σαν τους νέους που ξόδεψαν όλη τους την ψυχή για να φορέσουν ένα μονογυάλι
σαν τις κοπέλες ηλιοτρόπια ρουφώντας την κορφή τους για να γίνουν κρίνα.

Αργούν οι μέρες· οι μέρες οι δικές μου τριγυρίζουν μέσα στα ρολόγια και ρυμουλκούνε το λεπτοδείχτη.
Για θυμήσου σα στρίβαμε λαχανιασμένοι τα σοκάκια για να μη μας ξεκοιλιάσουν οι φάροι των αυτοκινήτων.
Η σκέψη του ξένου κόσμου μας κύκλωνε και μας στένευε σαν ένα δίχτυ
και φεύγαμε μ' ένα λεπίδι κρυμμένο μέσα μας κι έλεγες "ο Αρμόδιος κι ο Αριστογείτων".

Σκύψε το κεφάλι να σε ιδώ, μα κι α σ' έβλεπα θα γύρευα να κοιτάξω πιο πέρα.
Τι αξίζει ένας άνθρωπος τι θέλει και πώς θα δικαιολογήσει την ύπαρξή του στη δευτέρα παρουσία;
Α! να βρισκόμουνα ξυλάρμενος χαμένος στον Ειρηνικόν Ωκεανό μόνος με τη θάλασσα και τον αγέρα
μόνος και χωρίς ασύρματο ούτε δύναμη για να παλέψω με τα στοιχεία.

Κοκκιναράς, 5 Αυγούστου 1928

Ο ηδονικός Ελπήνωρ

Τον είδα χτες να σταματά στην πόρτα
κάτω από το παράθυρό μου· θα 'ταν
εφτά περίπου· μια γυναίκα ηταν μαζί του.
Είχε το φέρσιμο του Ελπήνορα, λίγο πριν πέσει
να τσακιστεί, κι όμως δέν ηταν μεθυσμένος.
Μιλούσε πολύ γρήγορα, κι εκείνη
κοίταζε αφηρημένη προς τους φωνογράφους·
τον έκοβε καμιά φορά να πει μια φράση
κι έπειτα κοίταζε μ' ανυπομονησία
εκεί που τηγανίζουν ψάρια· σαν τη γάτα.
Αυτός ψιθύριζε μ' ένα αποτσίγαρο σβηστό στα χείλια:

- Άκουσε ακόμη τούτο. Στο φεγγάρι
τ' αγάλματα λυγίζουν κάποτε σαν το καλάμι
ανάμεσα σε ζωντανούς καρπούς - τ' αγάλματα·
κι η φλόγα γίνεται δροσερή πικροδάφνη,
η φλόγα που καίει τον άνθρωπο, θέλω να πω.

- Είναι το φως ... ίσκιοι της νύχτας ...

- Ίσως η νύχτα που άνοιξε, γαλάζιο ρόδι,
σκοτεινός κόρφος, και σε γέμισε άστρα
κόβοντας τον καιρό. Κι όμως τ' αγάλματα
λυγίζουν κάποτε, μοιράζοντας τον πόθο
στα δυο, σαν το ροδάκινο· κι η φλόγα
γίνεται φίλημα στα μέλη κι αναφιλητό
κι έπειτα φύλλο δροσερό που παίρνει ο άνεμος·
λυγίζουν· γίνουνται αλαφριά μ' ένα ανθρώπινο βάρος.
Δεν το ξεχνάς. - Τ' αγάλματά ειναι στο μουσείο.

- Όχι, σε κυνηγούν, πώς δεν το βλέπεις;
θέλω να πω με τα σπασμένα μέλη τους,
με την αλλοτινή μορφή τους που δε γνώρισες
κι όμως την ξέρεις. Όπως όταν
στα τελευταία της νιότης σου αγαπήσεις
γυναίκα που έμεινε όμορφη, κι όλο φοβάσαι,
καθώς την κράτησες γυμνή το μεσημέρι,
τη μνήμη που ξυπνά στην αγκαλιά σου·
φοβάσαι το φιλί μη σε προδώσει
σ' άλλα κρεβάτια περασμένα τώρα
που ωστόσο θα μπορούσαν να στοιχειώσουν
τόσο εύκολα τόσο εύκολα και ν' αναστήσουν
είδωλα στον καθρέφτη, σώματα που ήταν μια φορά·
την ηδονή τους. Όπως όταν
γυρίζεις απ' τα ξένα και τύχει ν' ανοίξεις
παλιά κασέλα κλειδωμένη από καιρό
και βρεις κουρέλια από τα ρούχα που φορούσες
σε όμορφες ώρες, σε γιορτές με φώτα
πολύχρωμα, καθρεφτισμένα, που όλο χαμηλώνουν
και μένει μόνο το άρωμα της απουσίας
μιας νέας μορφής. Αλήθεια, τα συντρίμμια
δεν είναι εκείνα· εσύ 'σαι το ρημάδι·
σε κυνηγούν με μια παράξενη παρθενιά
στο σπίτι στο γραφείο στις δεξιώσεις
των μεγιστάνων, στον ανομολόγητο φόβο του ύπνου·
μιλούν για περιστατικά που θά ηθελες να μην υπάρχουν
ή να γινόντουσαν χρόνια μετά το θάνατό σου,
κι αυτό είναι δύσκολο γιατί ... - Τ' αγάλματά ειναι στο μουσείο.
Καληνύχτα. - ... γιατί τ' αγάλματα δεν είναι πια συντρίμμια,
είμαστε εμείς. Τ' αγάλματα λυγίζουν αλαφριά ... καληνύχτα.

Εδώ χωρίστηκαν. Αυτός επήρε
την ανηφόρα που τραβάει κατά την Άρκτο
κι αυτή προχώρεσε προς το πολύφωτο ακρογιάλι
όπου το κύμα πνίγεται στη βοή του ραδιοφώνου:
Το ραδιόφωνο
"Πανιά στο φύσημα του αγέρα
ο νους δεν κράτησε άλλο από τη μέρα.
Άρωμα πεύκου και σιγή
εύκολα θ' απαλύνουν την πληγή
που έκαμαν φεύγοντας ο ναύτης
η σουσουράδα ο κοκωβιός κι ο μυγοχάφτης.
Γυναίκα που έμεινες χωρίς αφή,
άκουσε των ανέμων την ταφή.

"Άδειασε το χρυσό βαρέλι
ο γήλιος έγινε κουρέλι
σε μιας μεσόκοπης λαιμό
που βήχει και δεν έχει τελειωμό·
το καλοκαίρι που ταξίδεψε τη θλίβει
με τα μαλάματα στους ώμους και στην ήβη.
Γυναίκα που έχασες το φως,
άκουσε, τραγουδά ο τυφλός.

"Σκοτείνιασε· κλείσε τα τζάμια·
κάνε σουραύλια με τα χτεσινά καλάμια,
και μην ανοίγεις όσο κι α χτυπούν·
φωνάζουν μα δεν έχουν τι να πουν.
Πάρε κυκλάμινα, πευκοβελόνες,
κρίνα απ' την άμμο, κι απ' τη θάλασσα ανεμώνες·
γυναίκα που έχασες το νου,
άκου, περνά το ξόδι του νερού ..."

"Αθήναι. Ανελίσσονται ραγδαίως
τα γεγονότα που ήκουσε με δέος
η κοινή γνώμη. Ο κύριος υπουργός
εδήλωσεν, Δεν μένει πλέον καιρός ..."

"... πάρε κυκλάμινα ... πευκοβελόνες ...
κρίνα απ' την άμμο ... πευκοβελόνες ...
γυναίκα ..."
"... υπερτερεί συντριπτικώς.
Ο πόλεμος ..."

ΨΥΧΑΜΟΙΒΟΣ.

Διαβάζοντας τα ποιήματα του Γιώργου Σεφέρη που παρατίθενται στο σχολικό σας βιβλίο και τα ποιήματα που παρατίθενται στην παραπάνω ανάρτηση, ποια θεωρείτε ως τα βασικότερα χαρακτηριστικά της ποίησής του; Εστιάστε το ενδιαφέρον σας στη θεματική, τη νοηματική αλληλουχία, τη γλώσσα και τη στιχουργία. Θεωρείτε ότι ο Γιώργος Σεφέρης επηρεάστηκε περισσότερο από το συμβολισμό ή από τον υπερρεαλισμό; Γιατί;

Τρίτη 21 Φεβρουαρίου 2012

Νεοϋπερρεαλισμός

Από τον υπερρεαλισμό επηρεάστηκαν και αρκετοί μεταγενέστεροι ποιητές, κυρίως της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς, οι οποίοι γράφουν νεοϋπερρεαλιστική ποίηση. Οι μεταπολεμικοί υπερρεαλιστές, ενώ αρχικά επηρεάζονται από την ποίηση των μεσοπολεμικών υπερρεαλιστών, βαθμιαία διαφοροποιοούνται διαμορφώνοντας τη δική τους ποιητική. Οι βασικές τους διαφορές εντοπίζονται κυρίως στη γλώσσα και τη θεματική. Ο μεσοπολεμικός υπερρεαλιστής ρίχνει όλο του το βάρος στη γλώσσα και προσπαθεί, καταφεύγοντας στις τεχνικές του υπερρεαλισμού, να εντυπωσιάσει. Αντίθετα ο μεταπολεμικός υπερρεαλιστής, επηρεασμένος και από τη γύρω του πραγματικότητα, δε θεωρεί τη γλώσσα ως μέσο με το οποίο θα προκαλέσει έκπληξη, αλλά ως όργανο που θα τον βοηθήσει να συλλάβει και να εκφράσει τη γύρω του εφιαλτική πραγματικότητα. Η στάση επίσης των μεσοπολεμικών υπερρεαλιστών είναι σε γενικές γραμμές, και στην αρχική φάση της ποίησής τους, αισιόδοξη απέναντι στη ζωή. Οι μεταπολεμικοί υπερρεαλιστές, αντίθετα, χωρίς να μένουν ανεπηρέαστοι από αυτή τη διάθεση, σιγά σιγά, κάτω από την επίδραση των δραματικών γεγονότων της εποχής τους, αποκτούν μια τραγική αίσθηση της ζωής, που στα βαθύτερα συστατικά της θα περάσει στην ποίησή τους. Σημαντικοί ποιητές που έγραψαν νεοϋπερρεαλιστική ποίηση είναι η Ελένη Βακαλό, ο Έκτωρ Κακναβάτος, ο Δ.Π. Παπαδίτσας, κ.ά, καθώς και οι Μίλτος Σαχτούρης και Νάνος Βαλαωρίτης, των οποίων ποιήματα παρατίθενται στη συνέχεια.


Μίλτος Σαχτούρης


Το κεφάλι του ποιητή

Έκοψα το κεφάλι μου
τό 'βαλα σ' ένα πιάτο
και το πήγα στο γιατρό μου

—Δεν έχει τίποτε, μου είπε,
είναι απλώς πυρακτωμένο
ρίξε το μέσα στο ποτάμι και θα ιδούμε

τό ριξα στο ποτάμι μαζί με τους βατράχους
τότε είναι που χάλασε τον κόσμο
άρχισε κάτι παράξενα τραγούδια
να τρίζει φοβερά και να ουρλιάζει
το πήρα και το φόρεσα πάλι στο λαιμό μου
γύριζα έξαλλος τους δρόμους
με πράσινο εξαγωνομετρικό κεφάλι ποιητή

Ο ουρανός
Πουλιά μαύρες σαΐτες τής δύσκολης πίκρας
δεν είν' εύκολο πράμα ν' αγαπήσετε τον ουρανό
πολύ μάθατε να λέτε πως είναι γαλάζιος
ξέρετε τις σπηλιές του το δάσος τους βράχους του;
έτσι καθώς περνάτε φτερωτές σφυρίχτρες
ξεσκίζετε τη σάρκα σας πάνω στα τζάμια του
κολλούν τα πούπουλά σας στην καρδιά του
Και σαν έρχεται η νύχτα με φόβο απ' τα δέντρα
κοιτάτε τ' άσπρο μαντίλι το φεγγάρι του
τη γυμνή παρθένα που ουρλιάζει στην αγκαλιά του
το στόμα της γριάς με τα σάπια τα δόντια του
τ' άστρα με τα σπαθιά και με τους χρυσούς σπάγγους
την αστραπή τον κεραυνό τη βροχή του
τη μακριά ηδονή του γαλαξία του

Ο τρελός λαγός
Γύριζε στους δρόμους ο τρελός λαγός
γύριζε στους δρόμους
ξέφευγε απ' τα σύρματα ο τρελός λαγός
έπεφτε στις λάσπες
Φέγγαν τα χαράματα ο τρελός λαγός
άνοιγε η νύχτα
στάζαν αίμα οι καρδιές
ο τρελός λαγός
έφεγγε ο κόσμος
Βούρκωναν τα μάτια του ο τρελός λαγός
πρήσκονταν η γλώσσα
βόγγαε μαύρο έντομο ο τρελός λαγός
θάνατος στο στόμα

Τα δώρα
Σήμερα φόρεσα ένα
ζεστό κόκκινο αίμα
σήμερα οι άνθρωποι μ' αγαπούν
μιά γυναίκα μού χαμογέλασε
ένα κορίτσι μού χάρισε ένα κοχύλι
ένα παιδί μού χάρισε ένα σφυρί
Σήμερα γονατίζω στο πεζοδρόμιο
καρφώνω πάνω στις πλάκες
τα γυμνά ποδάρια των περαστικών
είναι όλοι τους δακρυσμένοι
όμως κανείς δεν τρομάζει
όλοι μείναν στις θέσεις που πρόφτασα
είναι όλοι τους δακρυσμένοι
όμως κοιτάζουν τις ουράνιες ρεκλάμες
και μιά ζητιάνα που πουλάει τσουρέκια
στον ουρανό
Δυο άνθρωποι ψιθυρίζουν
τί κάνει την καρδιά μας καρφώνει;
ναι την καρδιά μας καρφώνει
ώστε λοιπόν είναι ποιητής.

Ο στρατιώτης ποιητής
Δεν έχω γράψει ποιήματα
μέσα σε κρότους
μέσα σε κρότους
κύλησε η ζωή μου
Τη μιαν ημέρα έτρεμα
την άλλην ανατρίχιαζα
μέσα στο φόβο
μέσα στο φόβο
πέρασε η ζωή μου
Δεν έχω γράψει ποιήματα
δεν έχω γράψει ποιήματα
μόνο σταυρούς
σε μνήματα
καρφώνω


Κάτι επικίνδυνα κομμάτια
Κάτι επικίνδυνα κομμάτια
χάος
είν’ η ψυχή μου
που έκοψε με τα δόντια του
ο Θεός
άλλοι τα τριγυρίζουν πάνω σε σανίδια
τα δείχνουν
τα πουλάνε
τ’ αγοράζουν
εγώ δεν τα πουλώ
οι άνθρωποι
τα κοιτάζουν
με ρωτάνε
άλλοι γελάνε
άλλοι προσπερνάνε
εγώ δεν τα πουλώ
Περισσότερα ποιήματα εδώ
Ποια χαρακτηριστικά του νεοϋπερρεαλισμού εντοπίζετε στα ποιήματα του Σαχτούρη;
Ο Μίλτος Σαχτούρης εκφράζεται με αλληγορίες, μικρούς μύθους, σύμβολα και εικόνες. Ο ποιητικός του κόσμος έχει χαρακτηριστεί εφιαλτικός, παράλογος, γεμάτος άγχος και ψυχικές εντάσεις. Υπάρχουν τέτοια στοιχεία στα παραπάνω ποιήματα;

Ποια συναισθήματα δημιουργεί σε σας η ποίηση του Μίλτου Σαχτούρη;

-->
Ο Νάνος Βαλαωρίτης γνώρισε τον υπερρεαλισμό στα τέλη της δεκαετίας του 1930 στην Αθήνα από τους πρωτεργάτες της ελληνικής του εκδοχής (Εμπειρίκο, Εγγονόπουλο, Κάλας, Ελύτη, Γκάτσο। Υπήρξε ανέκαθεν υπέρμαχος μιας παραβατικής λογοτεχνίας. Ένας ένθερμος υποστηρικτής αυτόνομων λογοτεχνικών έργων που μπορούν και ξεγλιστρούν μερικές φορές από τα σιδερένια δάχτυλα του κατεστημένου που προσπαθεί να τα συνθλίψει και να τα εξαλείψει. Υποστηρίζει τον υπερρεαλισμό που τονίζει την εκφραστική αισιοδοξία και την παιγνιώδη διάσταση της γλώσσας και δίνει έμφαση στη μεταφορική λειτουργία του λόγου και την εκτεταμένη χρήση του μαύρου χιούμορ. Πιστεύει ότι ο υπερρεαλισμός δεν είναι μόνο μια τεχνοτροπία που έχει συνδεθεί με το αυτόματο κείμενο και τον παραδοξολογικό του χαρακτήρα. Είναι η προσέγγιση μιας υπερπραγματικότητας με πολλά μέσα.
Περισσότερα εδώ



Νάνος Βαλαωρίτης
-->
Πιστεύω
Πιστεύω σε μια χημική ένωση Πατέρα Παντοκράτορα
Πιστεύω σε μια ηλεκτρική εκκένωση Άγιο Πνεύμα
Πιστεύω σ' έναν Γιο Μονογενή που βγήκε από το σπέρμα
Πιστεύω σε μια φυσική εξέλιξη Μητέρα Αειπαρθένα
Πιστεύω σε μιαν Εκκλησία διακόπτρια του φωτός
Και σε δώδεκα Απόστολους του Έρωτα
Πιστεύω σ' ένα Εσταυρωμένο Δέντρο
και σε μιαν αρχική ουσία Π
Πιστεύω σ' έναν άγνωστο παράγοντα
Που γεννάει την περιέργεια
πιστεύω σ' ένα πονηρό και σ' ένα αθώο πνεύμα
Πιστεύω σε μιαν ωραία γυναίκα
Που θα με κάνει ευτυχισμένο
Πιστεύω στη μεγάλη δύναμη της φαντασίας
Που μπορεί στην κόλαση να δει έναν παράδεισο
Στο καθετί που βλέπω που ακούω που μαντεύω που αγαπώ
Πιστεύω
Πιστεύω σ' έναν άνθρωπο αποφυλακισμένο
Απ' τα δεσμά της σκέψης του του φόβου του το αυγό
Άγιος ελεύθερος στον Αιώνα τον Άπαντα.

(Συλλογή Α8, Α12: Εστίες μικροβίων, 1997)
Άπνοια
Αν κατεβούμε κάποτε προς τις ακρογιαλιές
- Τι μας είναι αυτές οι ακρογιαλιές
Παρά μια διέξοδος από τη μετριότητα
Ένας αφρός σπαταλημένων ημερών
Οι εαυτοί μας συγκεντρωμένοι στην ακροθαλασσιά

Με διαφορετικά ονόματα ο καθένας
Έτοιμοι να επιβιβαστούν στα πλοία
Αναζητώντας μια χαμένη Τροία
Οι πολυμήχανοι οι ωκύποδες με λόγια φτερωτά -
Το θέμα της συζήτησης στην τελευταία συνάντηση
Περί ανέμων και υδάτων και περί φαντασμάτων
Αγκαλά και δεν θυμάμαι τι ειπώθηκε ακριβώς
Ακούστηκαν πολλές φωνές μες στις σκηνές
περί θυσίας ο λόγος και περί αποπλεύσεως
Και περί θεάς Αρτέμιδος - όμως λείπει το άθροισμα
Λείπει το εγώ που σημειώνει και περιεργάζεται
Το αύριο και το σήμερα το άλλοθι και το εδώ
Του επί ξηρού ακμής παντοτινά ιστάμενου
Γίγαντα που βαστάει στα χέρια του τον ουρανό

(Συλλογή: Ήλιος ο δήμιος μιας πράσινης σκέψης, 1996)

Ποια νεοϋπερρεαλιστικά χαρακτηριστικά εντοπίζονται στα ποιήματα του Νάνου Βαλαωρίτη και στο ποίημα "Μικρός θρήνος" του σχολικού βιβλίου;
Ποια ιδιαίτερα χαρακτηριστκά υπάρχουν στην ποίηση του Νάνου Βαλαωρίτη; Τι συναισθήματα σας προκαλεί;

Δευτέρα 20 Φεβρουαρίου 2012

Υπερρεαλισμός

Ο υπερρεαλισμός γεννήθηκε το 1924 στη Γαλλία. Δεν περιορίστηκε στη λογοτεχνία, αλλά αναπτύχθηκε σε όλες σχεδόν τις τέχνες. Αρχηγός του κινήματος και συγγραφέας του υπερρεαλιστικού μανιφέστου είναι ο Αντρέ Μπρετόν, ενώ μεταξύ των σημαντικών εκπροσώπων του κινήματος είναι οι ποιητές Λουί Αραγκόν, Πωλ Ελυάρ, Αντονέν Αρτώ, οι ζωγράφοι Μαξ Έρνστ, Σαλβαντόρ Νταλί και Χουάν Μιρό, ο σκηνοθέτης Λουίς Μπουνιουέλ, κ.ά.
Οι υπερρεαλιστές αξιοποιούν τα διδάγματα του συμβολισμού και επηρεάζονται έντονα από την ψυχανάλυση. Θεωρούν ότι δεν πρέπει να μένουν εγκλωβισμένοι στην πραγματικότητα της καθημερινής ζωής, αλλά, χρησιμοποιώντας τη φαντασία, το όνειρο και το ασυνείδητο, προσπαθούν να σπάσουν τα δεσμά του ρεαλισμού, της αληθοφάνειας και της ευλογοφάνειας, ώστε να ξεφύγουν από τον έλεγχο της λογικής και κάθε είδους προκαταλήψεων και να φτάσουν σε μια "υπερ-πραγματικότητα".
Στη ποίηση ειδικότερα, οι υπερρεαλιστές χρησιμοποιούν κάθε μέσο που θα μπορούσε να τους φέρει σε άμεση επαφή με το υποσυνείδητο: καταγραφή ονείρων, ύπνωση, καθώς και τη λεγόμενη αυτόματη γραφή, στην οποία ο δημιουργός καταγράφει ό,τι του υπαγορεύει το υποσυνείδητό του, χωρίς την παρέμβαση της λογικής. Βέβαια, οι υπερρεαλιστές γρήγορα συνειδητοποίησαν ότι είναι αναπόφευκτη η -έστω ελάχιστη- παρέμβαση της λογικής. Η υπερρεαλιστική ποίηση χαρακτηρίζεται από την άρνηση για κάθε περιορισμό στη μορφή ή τη θεματολογία, από την απόλυτη ελευθερία στο λεξιλόγιο και τη στιχουργική, από τους απρόσμενους συνδυασμούς λέξεων και τις εντυπωσιακές εικόνες, καθώς και από στοιχεία όπως το όνειρο, ο έρωτας, το χιούμορ, το παράλογο.
Ο υπερρεαλισμός, ως ένα από τα μακροβιότερα κινήματα του 20ού αιώνα, διαμόρφωσε σε μεγάλο βαθμό τον τρόπο σκέψης του σύγχρονου ανθρώπου, κάνοντάς τον πιο δεκτικό σε κάθε πειραματισμό. Έδωσε σημαντική θέση στο χιούμορ και την ελευθερία του πνευματικού ανθρώπου, συμφιλίωσε κατά κάποιον τρόπο το όνειρο με την πραγματικότητα, το υποσυνείδητο με τη λογική και τη φαντασία με την καλλιτεχνική οργάνωση, ανανεώνοντας την ανθρώπινη έκφραση.
Ο υπερρεαλισμός είναι και το μόνο από τα πρωτοποριακά κινήματα που είχε σημαντική επιρροή στη νεοελληνική λογοτεχνία, ιδιαίτερα από το 1935 και μετά. Πριν από αυτή τη χρονιά, ο υπερρεαλισμός είναι απλά γνωστός στη χώρα μας, κυρίως από σύντομα άρθρα στις εφημερίδες και τα περιοδικά της εποχής, ενώ δύο μόνο ποιητές, ο Θεόδωρος Ντόρρος και ο Νικήτας Ράντος, κάνουν μια προσπάθεια να καλλιεργήσουν τους ποιητικούς τρόπους που προτείνουν οι υπερρεαλιστές. Το 1935, ο Ανδρέας Εμπειρίκος, έχοντας σπουδάσει ψυχανάλυση στο Παρίσι και έχοντας γνωρίσει από κοντά τον Αντρέ Μπρετόν και τους Γάλλους υπερρεαλιστές, δίνει μια διάλεξη για το νέο κίνημα και σχεδόν ταυτόχρονα δημοσιεύει την πρώτη του ποιητική συλλογή με τον τίτλο "Υψικάμινος", γραμμένη εξ ολοκλήρου με την τεχνική της αυτόματης γραφής. Παρά τις θυελλώδεις αντιδράσεις που προκάλεσαν τα πρώτα ποιήματα, ο υπερρεαλισμός βρήκε γόνιμο έδαφος στη χώρα μας, καθώς τον υιοθέτησαν σημαντικοί ποιητές, όπως ο Νίκος Εγγονόπουλος, ο Νίκος Γκάτσος και ως ένα σημείο ο Οδυσσέας Ελύτης.

Πηγή: Λεξικό Λογοτεχνικών Όρων, ΟΕΔΒ, σελ. 191-193,


Ο Ανδρέας Εμπειρίκος έχει συνδεθεί με την ελληνική ιστορία του 20ού αιώνα για δυο καινοτομίες. Ήταν ο πρώτος που άσκησε το 1935 στην Ελλάδα μια καινούργια τότε, τολμηρή θεραπευτική μέθοδο, την ψυχανάλυση, και εκείνος που την ίδια χρονιά εισήγαγε ένα ρηξικέλευθο καλλιτεχνικό κίνημα, τον υπερρεαλισμό. Και οι δυο αυτές επιλογές του προκάλεσαν σκάνδαλο στην ελληνική πνευματική κοινωνία του Μεσοπολέμου. Ο ίδιος αμφισβητήθηκε για το έργο του. Αμφισβητήθηκε ως ποιητής, ως υπερρεαλιστής, ως ψυχαναλυτής. Αμφισβητήθηκε για όλα αυτά για τα οποία εξακολουθεί σήμερα να βρίσκεται στο προσκήνιο. Χρειάστηκε χρόνος και ωριμότητα για να γίνει αποδεκτός, αλλά και για να πάρει τη θέση που του αρμόζει, όχι μόνο στην ελληνική αλλά και στην παγκόσμια λογοτεχνία, ως εισηγητής του υπερρεαλισμού στην ελλαδική πνευματική κίνηση.
Ο Ανδρέας Εμπειρίκος ήταν ένας «λόγιος», όπως τον είδε ο Γιώργος Σεφέρης, ένας «Επαναστάτης με το ε κεφαλαίο», όπως τον είδε ο Οδυσσέας Ελύτης, ο μανιώδης φωτογράφος και ο μανιώδης ιστορικός. Κυρίως όμως στάθηκε ένας ενεργός και δραστήριος νους, ένας πολίτης που συμμετείχε στην ιστορική πορεία του τόπου του και χάραξε την προσωπική πινελιά του.



Ανδρέας Εμπειρίκος
Στο φως της πανηγυρικής αυτής ημέρας
(απόσπασμα)

Στο φως της πανηγυρικής αυτής ημέρας
Φρουροί ασάλευτοι προσμένουν διαταγές
Και αν μερικοί συμπολιτεύονται με τους ολέθρους
Και άλλοι κοιτάζουν τ'άλογα στα δόντια
Μάχεται τους ολέθρους ο αιγίπαν
Κι ενώ κροτούν επίμονα τα τύμπανα
Γύφτοι χαλκεύουν το μέλλον των καιρών.

Και το μεγάλο πανηγύρι αρχίζει.

Συν γυναιξί και τέκνοις
Οι κάτοικοι των πόλεων ξεχύνονται στα ξέφωτα
Γιατί τα τύμπανα αντηχούν στα ηλιακά των πλέγματα
Και οι κραδασμοί μέσ' απ' τη γη ξεχύνονται
Σπάργωσιν φέρνοντας στα σώματα και τις ψυχές.



Στέαρ, 1-3
(από την "Ενδοχώρα")
-->
Η πλάστιγξ κλίνει εκεί που προτιμάμε
Κατά την ερμηνεία που της δίνουμε
Κάθε φορά που επιτυγχάνουμε στα ζάρια.

Τριαντάφυλλα στο παράθυρο
(από την "Υψικάμινο")

Σκοπός της ζωής μας δεν είναι η χαμέρπεια. Υπάρχουν απειράκις ωραιότερα πράγματα και απ’ αυτήν την αγαλματώδη παρουσία του περασμένου έπους. Σκοπός της ζωής μας είναι η αγάπη. Σκοπός της ζωής μας είναι η ατελεύτητη μάζα μας. Σκοπός της ζωής μας είναι η λυσιτελής παραδοχή της ζωής μας και της κάθε μας ευχής εν παντί τόπω εις πάσαν στιγμήν εις κάθε ένθερμον αναμόχλευσιν των υπαρχόντων. Σκοπός της ζωής μας είναι το σεσημασμένον δέρας της υπάρξεώς μας.
Περισσότερα ποιήματα εδώ

 Ο Ανδρέας Εμπειρίκος χρησιμοποίησε την "αυτόματη γραφή" κι έτσι αποδέσμευσε από το υποσυνείδητο έναν πλούτο από εικόνες χωρίς λογικό ειρμό, αλλά γεμάτες από γοητεία. Ποια στοιχεία από τα παραπάνω αποσπάσματα, αλλά και από τα αποσπάσματα του σχολικού βιβλίου επιβεβαιώνουν την παραπάνω άποψη;

-->
Με τον Νίκο Εγγονόπουλο, εισβάλλει με σφοδρότητα στη νεότερη ποίησή μας η επαναστατική πνοή ενός γνήσιου υπερρεαλισμού. Χωρίς να καταφεύγει στις διανοητικές ακροβασίες του ακραιφνούς υπερρεαλισμού, οι στίχοι του μοιάζει να νομιμοποιούν το παράλογο της σύγχρονής του πραγματικότητας. Η γλώσσα του, με λόγια και δημοτικά στοιχεία, στηρίζεται στο λεκτικό πλούτο της μακραίωνης ελληνικής παράδοσης. Ο στίχος του, στη συνηθέστερη μορφή του, είναι μονολεκτικός, κατά παράταξη, γεγονός που προσδίδει έναν επιβλητικό ρυθμό στην ανάπτυξη του νοήματος. Η ποίησή του αποπνέει μια διάχυτη αίσθηση της φυλετικής συνέχειας, με γοητευτικές προσμίξεις ιστορικών προσώπων και συμβάντων, που μετατρέπονται σε ευκρινή σύμβολα ατομικής ή συλλογικής μνήμης.
Νοηματικές και θεματικές αντιστοιχίες μπορεί εύκολα να διαγνώσει κανείς ανάμεσα στην ποίηση και τη ζωγραφική του, στην οποία διαμόρφωσε ένα συνεπές, σταθερό και απολύτως μοναδικό προσωπικό ύφος. Ο ίδιος, εξάλλου, αισθανόταν περισσότερο ζωγράφος παρά ποιητής. Το βέβαιο είναι ότι η προσφορά του στις εικαστικές τέχνες υπήρξε το ίδιο σημαντική με εκείνη στη λογοτεχνία.

Νίκος Εγγονόπουλος
 Όρθρου Βαθέος
εκείνο που σ' εμένα
συγκινούσε
- και συγκινεί πάντοτε -
τους
ανθρώπους
είναι
η καταπληκτική μου ομοιότης
με τον
Aβραάμ Λίνκολν

μάλιστα σαν κάποτες ανεγέρθηκε το μπρούντζινό μου άγαλμα
σε μίαν οποιαδήποτε πλατεία του Πειραιώς
εναπόθεσαν
στα πόδια μου
σιωπηλά
κάτι
που έμοιαζε
- δεν εδιάκρινα καλά πάν' απ' το βάθρον -
σαν λείψανο
σα χάλκινο
μαγκάλι
μ' αναμμένα κάρβουνα

περίμενα να νυχτώση καλά
κι' όταν επλησίασα
να δω
διεπίστωσα
- με τι χαρά -
ότι δεν είταν τίποτ' άλλο
παρά
τα μαύρα μάτια της γυναίκας π' αγαπώ
που
ελάμπανε
μέσ' στο
σκοτάδι


Νίκος Εγγονόπουλος
Ποίηση 1948
-->
τούτη η εποχή
του εμφυλίου σπαραγμού
δεν είναι εποχή
για ποίηση
κι' άλλα παρόμοια :
σαν πάει κάτι
να
γραφή
είναι
ως αν
να γράφονταν
από την άλλη μεριά
αγγελτηρίων
θανάτου

γι' αυτό και
τα ποιήματά μου
είν' τόσο πικραμένα
(και πότε - άλλωστε - δεν είσαν;)
κι' είναι
- προ πάντων -
και
τόσο
λίγα

Περισσότερα ποιήματα εδώ

Ποια υπερρεαλιστικά στοιχεία εντοπίζετε στα παραπάνω ποιήματα του Νίκου Εγγονόπουλου και στο ποίημα που παραθέτει το σχολικό βιβλίο;
Πώς συσχετίζεται η ποίηση του Νίκου Εγγονόπουλου με τη ζωγραφική του;

Κυριακή 19 Φεβρουαρίου 2012

Νεοτερική ποίηση

Ο όρος "νεοτερική" ποίηση οφείλεται στον Αλέξανδρο Αργυρίου, ο οποίος τον πρωτοεισηγήθηκε σε μια μελέτη του στο περιοδικό "Διαβάζω" το 1979. Οι απαρχές της νεοτερικής ποίησης τοποθετούνται χρονικά γύρω στα 1930. Πολλοί μάλιστα θεωρούν ως συμβατική αφετηρία της το 1931, χρονιά που ο Γιώργος Σεφέρης δημοσιεύει την πρώτη του ποιητική συλλογή με τον τίτλο "Στροφή" (από τη συλλογή αυτή είναι και το ποίημα "Άρνηση" που παρατίθεται, μελοποιημένο από το Μίκη Θεοδωράκη). Η συλλογή αυτή θεωρείται ότι εγκαινιάζει μια στροφή, μια αλλαγή στα ποιητικά μας πράγματα και σημαδεύει το πέρασμα από την παραδοσιακή στη νεοτερική ποίηση.




Αναφορικά με την εξωτερική της μορφή και φόρμα, η νεοτερική ποίηση παρουσιάζει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά γνωρίσματα. Αρχικά, ο στίχος της είναι "ελεύθερος", απαλλαγμένος δηλαδή από τα παραδοσιακά γνωρίσματα του μέτρου και της ομοιοκαταληξίας. Επιπλέον, το νεοτερικό ποίημα δεν κατανέμεται σε στροφές σταθερής μορφής. Συνήθως αναπτύσσεται σε άνισα στροφικά σύνολα ή, συχνά, σε ένα ενιαίο, συμπαγές, συνεχές και αδιάσπαστο σύνολο. Οι στίχοι δεν έχουν ορισμένο αριθμό συλλαβών, αλλά στο ίδιο ποίημα μπορεί κάλλιστα να έχουν άνισο ποιητικό ανάπτυγμα. Μπορεί ένας στίχος να είναι μονόλεξος, ακόμη και μονοσύλλαβος (π.χ. όπως συμβαίνει συχνά στον Νίκο Εγγονόπουλο), ή και υπερβολικά πολύλεξος. Τέλος, ορισμένες φορές ένα νεοτερικό ποίημα δεν αναπτύσσεται σε μια ορισμένη στιχοποιημένη μορφή, αλλά γράφεται με έναν τρόπο που σχεδόν θυμίζει πεζό λόγο, οπότε και ονομάζεται πεζόμορφο (π.χ. κάποια ποιήματα του Γιώργου Σεφέρη).
Ένα από τα περισσότερο ουσιώδη γνωρίσματα της νεοτερικής ποίησης είναι το γεγονός ότι μεταβάλλεται ριζικά η ποιητική γλώσσα. Ο νεοτερικός ποιητής δε θηρεύει πια τη σπάνια, την εντυπωσιακή, τη λάμπουσα και την ιδιαίτερη ποιητική λέξη. Η νεοτερική ποιητική έκφραση πλησιάζει πολύ τους τόνους, το χαρακτήρα και το ύφος που έχει η γλώσσα της καθημερινής ομιλίας, χωρίς όμως να χάνει την ποιητικότητα και τη μουσικότητά της. Η ποιητικότητα της νεοτερικής ποίησηςστηρίζεται, μεταξύ άλλων, και στην εκφραστική της τόλμη. Λέξεις και έννοιες που στην τρέχουσα λογική της γλώσσας φαίνονται αταίριαστες και ασύμβατες, στη νεοτερική ποίηση συσχετίζονται και συνδέονται μεταξύ τους, με αποτέλεσμα οι λέξεις να ξαναγεννιούνται και να αποκτούν καινούρια νοηματική ταυτότητα. Η νεοτερική ποίηση, τέλος, συχνά κρύβει ή μισοφωτίζει το θέμα της, εφόσον δεν έχει πάντα έναν καθαρό νοηματικό ειρμό. Είναι ποίηση των υπαινιγμών, πυκνή και όχι αναλυτική, κρυπτική και όχι άπλετα φωτισμένη. Αυτός όμως ο κλειστός χαρακτήρας είναι που την κάνει ιδιαίτερα γοητευτική στην ανάγνωση.

Πηγή: Λεξικό Λογοτεχνικών Όρων, ΟΕΔΒ, σελ. 129-131.

Ποια χαρακτηριστικά της νεοτερικής νεοελληνικής ποίησης που αρχίζει τη δεκαετία του 1930 συνδέονται με το κίνημα του μοντερνισμού που επικρατούσε ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα στην ευρωπαϊκή και αμερικανική ποίηση;

Το πέρασμα από την παραδοσιακή στη νεοτερική ποίηση δεν έγινε απότομα, αλλά προετοιμάστηκε σταδιακά. Δύο σημαντικοί ποιητές που προκάλεσαν τα πρώτα ρήγματα και υπονόμευσαν την κυριαρχία της παραδοσιακής ποίησης είναι ο Κωνσταντίνος Καβάφης και ο Κώστας Καρυωτάκης (βλ. ετικέτα "Στο μεταίχμιο παράδοσης και μοντερνισμού"). Δεν ήταν όμως οι μόνοι. Στοιχεία νεοτερικής ποίησης εντοπίζονται στο ποιητικό έργο του Άγγελου Σικελιανού, του Τάκη Παπατσώνη, του Νίκου Καββαδία, κ.α.

Ο Άγγελος Σικελιανός είχε δική του άποψη για τη ζωή και δική του κοσμοθεωρία. Πίστευε σε μια σφαιρική ενότητα και καθολική σύνθεση του παντός και οραματιζόταν ένα γενικό θρησκευτικό μύθο, που να κλείνει μέσα του τη λατρεία της φύσης και της ζωής,τις πρωτογονικές μητριαρχικές θρησκείες, το αρχαίο ελληνικό πνεύμα, την ορφική διδασκαλία και τη χριστιανική συμβολική.

Άγγελος Σικελιανός

Γιατί βαθιά μου δόξασα

Γιατί βαθιά μου δόξασα και πίστεψα τη γη
και στη φυγή δεν άπλωσα τα μυστικά φτερά μου,
μα ολάκερον ερίζωσα το νου μου στη σιγή,
νά που και πάλι αναπηδά στη δίψα μου η πηγή,
πηγή ζωής, χορευτική πηγή, πηγή χαρά μου...

Γιατί ποτέ δε λόγιασα το πότε και το πώς,
μα εβύθισα τη σκέψη μου μέσα στην πάσαν ώρα,
σα μέσα της να κρύβονταν ο αμέτρητος σκοπός,
νά τώρα που, ή καλοκαιριά τριγύρα μου είτε μπόρα,
λάμπ' η στιγμή ολοστρόγγυλη στο νου μου σαν οπώρα,
βρέχει απ' τα βάθη τ' ουρανού και μέσα μου ο καρπός!...

Γιατί δεν είπα: «εδώ η ζωή αρχίζει, εδώ τελειώνει...»
μα «αν είν' η μέρα βροχερή, σέρνει πιο πλούσιο φως...
μα κι ο σεισμός βαθύτερη τη χτίση θεμελιώνει,
τι ο ζωντανός παλμός της γης που πλάθει είναι κρυφός...»
νά που, ό,τι στάθη εφήμερο, σα σύγνεφο αναλιώνει,
νά που ο μέγας Θάνατος μου γίνηκε αδερφός!...

Πώς δηλώνεται η επικοινωνία του ανθρώπου με τη φύση στο παραπάνω ποίημα και στο ποίημα "Δείπνος" του σχολικού βιβλίου; Ποια συναισθηματική κατάσταση υποβάλλεται;

Ένας ποιητής με ιδιότυπη γραφή, ο οποίος ήρθε σε ρήξη με την παραδοσιακή ποιητική γραφή, είναι και ο Τάκης Παπατσώνης. Ποιητής με βαθιά θρησκευτική πίστη, κατόρθωσε να φτάσει ως τη γνήσια λυρική έκφραση, χρησιμοποιώντας μια γλώσσα που κινείται ανάμεσα στην καθαρή δημοτική και την καθαρεύουσα, με στοιχεία της κατανυκτικής γλώσσας των εκκλησιαστικών ύμνων.


Τάκης Παπατσώνης

Ρεμβασμός Δεκαπενταύγουστου

Άλαλα τα χείλη των όσων δεν κοπιάσαν
για ν’ ακουμπήσουν τα ξαναμμένα κεφάλια τους
στα γόνατά σου τα μητρικά, που καταλύουν το μαύρο πάθος.
Άλαλα τα χείλη των όσων δεν διακρίναν, πώς
συντρίβεις με το πόδι σου και συνθλάς την κεφαλή
του πανάρχαιου δράκοντα, που κέρδισε παίζοντας
κι ύστερα το ’χασε το μήλο. Άλαλα τα χείλη
των όσων δεν ποθήσαν το ξαπόσταμα της αρμογής
και την ασφάλεια, το απάγγειασμα της νηνεμίας.


Ο τριπρόσωπος μάγος

Τον ίλιγγο των στροβίλων σου, πόσο περίτεχνα
τον αποκρύβεις με την επίφαση της γαλήνης.
«Γαλήνια νύχτα» σε ονομάζουν, εσένα, του οίστρου
την προφυλακή. Κι όντως, στον άνθρωπο, που ενόσω ζει,
τον τρέφει η απατηλότητα των όσων φαινομένων
που του προσφέρνονται να τα ορμηνέψει
όπως του βολεί, παρέχεις, νύχτα, μεταξύ των άλλων
σωτήριων το πλέον σωτήριο, την επίφαση της γαλήνης σου.



Μερικά χαρακτηριστικά της ποίησης του Τάκη Παπατσώνη είναι η λεκτική ακαταστασία, η μικτή γλώσσα, η μετρική και ρυθμική απλότητα, το πεζολογικό ύφος, το έντονο θρησκευτικό στοιχείο. Ποια από τα παραπάνω στοιχεία μπορείτε να εντοπίσετε στα δύο ποιήματα που παρατίθενται παραπάνω, καθώς και στο ποίημα "Συνάντημα" που παραθέτει το σχολικό βιβλίο;

-->
Ένας ακόμη ποιητής που ενστερνίζεται τη νεοτερική ποίηση, αν και αρκετά ποιήματά του διατηρούν μορφικά στοιχεία της παραδοσιακής ποίησης, είναι ο Νίκος Καββαδίας. Έγραφε για αυτόν ο Φώτος Πολίτης το 1933: "Σήμερα θα ήθελα να δείξω μόνο την εικόνα ενός νέου, που παρουσιάζει πολλά από τα χαρακτηριστικά των καινούργιων νεανικών τάσεων (…). Τα ποιήματά του δεν έχουν καθόλου τα γνωρίσματα των ποιητικών συλλογών των τελευταίων χρόνων (…). Ο νέος αυτός ποιητής έχει πραγματικήν ανθρωπιά μέσα του. Και ξέρει να μεταδίδει και σ’ εμάς τις συγκινήσεις του (…). Τέτοιοι νέοι είναι τα πρώτα θεμέλια ενός πολιτισμού μελλοντικού που θ’ ανανεώσει τις ηθικές ανθρώπινες αξίες».

Νίκος Καββαδίας

Πούσι

Ναυτικός ο ίδιος, ο Νίκος Καββαδίας έγραψε ποίηση στην οποία κυριαρχούν τα ταξίδια στις θάλασσες του κόσμου. Η ποίησή του, με τους ναυτικούς όρους και τη γοητεία της περιπέτειας, αναδύει την αίσθηση του εξωτικού στοιχείου, αλλά και εμπεριέχει την κραυγή του ανθρώπινου πόνου. Ποια χαρακτηριστικά της ποίησης του Νίκου Καββαδία αναγνωρίζεται στο ποίημα "Πούσι" του σχολικού βιβλίου; Ποια στοιχεία της παράδοσης διατηρεί και ποια στοιχεία της νεοτερικής ποίησης υιοθετεί;


Ένας ποιητής από τη Θεσσαλονίκη που έγραψε νεοτερική ποίηση είναι ο Γεώργιος Βαφόπουλος. Ξεκίνησε από το νεοσυμβολισμό και την ανανεωμένη παράδοση, με επιρροές από τον Παλαμά, τον Kαβάφη, τον Mπωντλαίρ και τον Kαρυωτάκη. Στράφηκε αργότερα προς τους νέους εκφραστικούς τρόπους, σχεδόν ταυτόχρονα με το κίνημα του υπερρεαλισμού, χωρίς να παρακολουθεί τα συνθήματά του.

Γεώργιος Βαφόπουλος

Η πολυκατοικία

«Πολιτεία βυθισμένη στη νύχτα.
Κοιμητήρι μ’ επάλληλους
πολυόροφους τάφους νεκρών,
που ροχαλίζουν.»
«Η Πολιτεία», Το δάπεδο


Στην πολυκατοικία μας τούτη, οι δικοί μας νεκροί
δε ροχαλίζουν μονάχα. Έχουν το προνόμιο
ν’ ανασταίνονται, ν’ αγαπούν και να πεθαίνουν πάλι.

Το βράδυ ανεβαίνουν με το ασανσέρ, όπως οι δίκαιοι
ανέρχονται, για να κριθούν ενώπιον του Κυρίου.
Και το πρωί κατεβαίνουν και πηγαίνουν να καούν
στο κρεματόριο του καζανιού της κεντρικής θερμάνσεως.

Να γιατί η πολυκατοικία μας βαριά μυρίζει:
Είναι η αποφορά από το μαγειρείο
του καθημερινού θανάτου. Όχι του άλλου.
Εκείνος αναδίνει εξαίσιον άρωμα.

Ο Γεώργιος Βαφόπουλος, φύση μοναχική, συχνά περιορίζεται στο διάλογο με τον εαυτό του και προβληματίζεται με το δράμα που συντελείται γύρω του. Πώς φαίνονται αυτά τα στοιχεία στο παραπάνω ποίημα και στο ποίημα "Η ελεγεία των αδελφών" που παραθέτει το σχολικό βιβλίο;


Στοιχεία της νεοτερικής ποίησης, όχι όμως της ακραιφνούς υπερρεαλιστικής, εντοπίζονται στο ποιητικό έργο του Νικηφόρου Βρεττάκου. Η ποίησή του διακρίνεται από μια αισιόδοξη διάθεση και από βαθιά αγάπη για τη φύση, τη ζωή και τον άνθρωπο. "Στην ποίηση", γράφει ο ίδιος, "έδωσα την ψυχή μου. Και χωρίς να είμαι βέβαιος ότι είμαι ποιητής, ξέρω τώρα πως δεν είμαι τίποτε άλλο."
Νικηφόρος Βρεττάκος
Αν δε μου 'δινες την ποίηση, Κύριε
-->
Ἂν δὲ μοῦ ῾δινες τὴν ποίηση, Κύριε,
δὲ θἄχα τίποτα γιὰ νὰ ζήσω.
Αὐτὰ τὰ χωράφια δὲ θἆταν δικά μου.
Ἐνῷ τώρα εὐτύχησα νἄχω μηλιές,
νὰ πετάξουνε κλώνους οἱ πέτρες μου,
νὰ γιομίσουν οἱ φοῦχτες μου ἥλιο,
ἡ ἔρημός μου λαό,
τὰ περιβόλια μου ἀηδόνια.
Λοιπόν; Πῶς σοῦ φαίνονται; Εἶδες
τὰ στάχυά μου, Κύριε; Εἶδες τ᾿ ἀμπέλια μου;
Εἶδες τί ὄμορφα ποὺ πέφτει τὸ φῶς
στὶς γαλήνιες κοιλάδες μου;
Κι᾿ ἔχω ἀκόμη καιρό!
Δὲν ξεχέρσωσα ὅλο τὸ χῶρο μου, Κύριε.
Μ᾿ ἀνασκάφτει ὁ πόνος μου κι᾿ ὁ κλῆρος μου μεγαλώνει.
Ἀσωτεύω τὸ γέλιο μου σὰν ψωμὶ ποὺ μοιράζεται.
Ὅμως,
δὲν ξοδεύω τὸν ἥλιό σου ἄδικα.
Δὲν πετῶ οὔτε ψίχουλο ἀπ᾿ ὅ,τι μοῦ δίνεις.
Γιατί σκέφτομαι τὴν ἐρμιὰ καὶ τὶς κατεβασιὲς τοῦ χειμῶνα.
Γιατί θἄρθει τὸ βράδι μου. Γιατί φτάνει ὅπου νἆναι
τὸ βράδι μου, Κύριε, καὶ πρέπει
νἄχω κάμει πρὶν φύγω τὴν καλύβα μου ἐκκλησιὰ
γιὰ τοὺς τσοπάνηδες τῆς ἀγάπης.
Ποια στοιχεία του παραπάνω ποιήματος και του ποιήματος "Της Σπάρτης οι πορτοκαλιές" που παραθέτει το σχολικό βιβλίο αναδεικνύουν το λυρισμό του ποιητή;
Ποια στοιχεία της νεοτερικής ποίησης εντοπίζετε;
Ο ποιητής Κώστας Βάρναλης δέχτηκε στα ποιήματα της πρώτης περιόδου επιδράσεις από τον παρνασσισμό και την παραδοσιακή ποίηση. Τα διδάγματα όμως της κομμουνιστικής ιδεολογίας, που ασπάστηκε κατά τη δεύτερη ποιητική του περίοδο, τον οδηγούν σε ένα νέο, ιδιαίτερο είδος ποιητικής γραφής, στο οποίο η σάτιρα και ο σαρκασμός εναλλάσσονται με τους λυρικούς τόνους, ενώ ο ανθρώπινος πόνος είναι ένα από τα κυρίαρχα θέματά του.

Κώστας Βάρναλης
Ο Οδηγητής
-->
Δεν είμ’ εγώ σπορά της Τύχης,
ο πλαστουργός της νιας ζωής.
Εγώ ’μαι τέκνο της Ανάγκης
κι ώριμο τέκνο της Οργής.
-->
Δεν κατεβαίνω από τα νέφη,
γιατί δε μ΄ έστειλε κανείς
Πατέρας, τάχα παρηγόρια για σένα,
σκλάβε, που πονείς
.............................
Μέσα στο νου και στην καρδιά μου
αιώνων φουντώσανε ντροπές
και την παλάμη μου αρματώνουν
με φλογισμένες αστραπές
.........................
Δε δίνω λέξεις παρηγόρια,
δίνω μαχαίρι σ΄ ολουνούς.
καθώς το μπήγω μες το χώμα
γίνεται φως, γίνεται νους
..........................
'Οθε περνά,
γκρεμίζει κάτου σαν το βοριά,
σαν το νοτιά όλα τα φονικά ρηγάτα
θεμελιωμένα στην ψευτιά.

Κ΄ ένα στυλώνει κι ανασταίνει,
το ΄να ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΗΣ ΔΟΥΛΕΙΑΣ,
ΕΙΡΗΝΗ ! ΕΙΡΗΝΗ !
ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΗΣ ΠΑΝΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΦΙΛΙΑΣ!
Ποια στοιχεία του παραπάνω ποιήματος, καθώς και του ποιήματος "Οι μοιραίοι" που παρατίθεται στο σχολικό βιβλίο, καταδεικνύουν την εναλλαγή των λυρικών στοιχείων με στοιχεία που εστιάζουν στον ανθρώπινο πόνο;
Ποια στοιχεία της παραδοσιακής ποίησης διατηρούνται και ποια στοιχεία της νεοτερικής ποίησης διακρίνονται στα παραπάνω ποιήματα του Κώστα Βάρναλη;

Μοντερνισμός

Με τον όρο "μοντερνισμός" δηλώνουμε συνήθως μια σειρά από τάσεις και κατευθύνσεις στην ιστορία της λογοτεχνίας και της τέχνης γενικότερα, που η αρχή τους τοποθετείται στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα και η πλήρης ανάπτυξή του στις τέσσερις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα. Εμφανίζεται σε διάφορες χώρες, μεταξύ των οποίων η Αγγλία, η Γαλλία και η Ελλάδα, διατηρεί όμως μια κοινή, "διεθνή" θα λέγαμε, βάση. Πρόκειται για ένα πνευματικό κίνημα που εξεγέρθηκε ενάντια στον παραδοσιακό αστικό πολιτισμό με στόχο την κατάλυση των αξιών του Διαφωτισμού και του ορθού λόγου. Ο μοντερνισμός αμφισβήτησε τις παραδοσιακές αξίες, επιχείρησε να καταργήσει καθιερωμένους κανόνες και συμβάσεις μέσα από ριζοσπαστικούς πειραματισμούς και έδωσε ιδιαίτερη προσοχή στην υποκειμενική συνείδηση του ατόμου και την αλλοτρίωσή της.
Μοντερνιστικά στοιχεία γραφής εμφανίζονται πρώτα στην ποίηση και στη συνέχεια στην πεζογραφία. Στην ποίηση, που μας ενδιαφέρει σ´ αυτή την ενότητα, στοιχεία μοντέρνας ποιητικής γραφής εντοπίζονται ήδη από το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα στους Γάλλους ποιητές Σάρλ Μπωντλαίρ, Λωτρεαμόν, Στεφάν Μαλαρμέ, Πωλ Βερλαίν και Αρθρούρο Ρεμπώ, του οποίου η φιλοσοφία για την ποίηση και τη ζωή συνοψίζεται στη περίφημη φράση "πρέπει να είμαστε απόλυτα μοντέρνοι" (βλ. διπλανή εικόνα). Επιφανέστεροι εκπρόσωποι της ποίησης του μοντερνισμού στο πρώτο μισό του 20ού αιώνα είναι οι Γάλλοι Γκιγιώμ Απολλιναίρ και Πωλ Βαλερύ, ο Γερμανός Ράινερ Μαρία Ρίλκε, ο Βρεττανός Τ.Σ. Έλιοτ, οΑμερικανός Έζρα Πάουντ, ο Ιρλανδός Γ. Μ. Γητς και ο Ρώσος Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι.
Βασικό γνώρισμα της ποίησης του μοντερνισμού είναι η διάλυση της μορφής και η διάθεση για πειραματισμό. Ο ελεύθερος στίχος εξοστρακίζει το μέτρο και την ομοιοκαταληξία, οι γραμματικοί και συντακτικοί κανόνες παραβιάζονται, οι προτάσεις γίνονται αποσπασματικές και ελλειπτικές, τα σημεία στίξης καταργούνται. Τα διακοσμητικά στοιχεία και η φροντίδα για το "ωραίο ύφος" εγκαταλείπονται και συχνά επιλέγονται στοιχεία που ως τότε θεωρούνταν αντιποιητικά. Οι τολμηρές μεταφορές και οι απροσδόκητοι και ετερόκλητοι συνδυασμοί λέξεων κυριαρχούν, οι εικόνες ή οι ελεύθεροι συνειρμοί αφθονούν, ιδίως στην υπερρεαλιστική ποίηση, και η ποιητική γλώσσα γίνεται συμβολική, ελλειπτική, υπαινικτική, πολύσημη, με αδιαφορία για τις συμβάσεις και την ανάγκη κατανόησης.
Δε θα πρέπει βέβαια να θεωρήσουμε ότι η μοντέρνα ποίηση αδιαφόρησε για την αισθητική μέριμνα, παρά τις αντίθετες απόψεις που έχουν ακουστεί κατά καιρούς. Πραγματικά, η κατάλυση των καθιερωμένων συμβατικών μορφών γεννά ένα ξεχωριστό ενδιαφέρον για τα μορφολογικά ζητήματα. Η ποίηση του μοντερνισμού έχει να επιδείξει εκλεπτυσμένες, επεξεργασμένες αλλά και περίπλοκες φόρμες, ενώ η αυτοαναφορά, ο στοχασμός δηλαδή της ποιητικής γλώσσας επάνω στον ίδιο της τον εαυτό και τη λειτουργία της, αποτελεί μόνιμο γνώρισμά της.

Πηγή: Λεξικό Λογοτεχνικών όρων, ΟΕΔΒ, σελ.113-115.

Παρατηρείτε ότι τα ονόματα των ίδιων ποιητών εμφανίζονται τόσο στην προηγούμενη ανάρτηση για το συμβολισμό όσο και στην παρούσα για το μοντερνισμό. Ποια κοινά στοιχεία συνδέουν τα δύο ρεύματα; Τι σημαίνει αυτό για το πέρασμα στην ποίηση από την παράδοση στο μοντερνισμό;

Παρασκευή 17 Φεβρουαρίου 2012

Συμβολισμός

Ο συμβολισμός εμφανίζεται ως διπλή αντίδραση τόσο στο ρομαντικό στόμφο και τη ρητορεία όσο και στην παρνασσική απάθεια, αντικειμενικότητα και ακαμψία στο στίχο. Το Σεπτέμβριο του 1886, ο Γάλλος ποιητής Ζαν Μορεάς (ο ελληνικής καταγωγής Ιωάννης Παπαδιαμαντόπουλος) δημοσιεύει το μανιφέστο του συμβολισμού στην παρισινή εφημερίδα "Le Figaro". Αυτή είναι η επίσημη εμφάνιση μιας νέας λογοτεχνικής σχολής, που θα κυριαρχήσει στη γαλλική ποίηση ως και τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα.
Οι δύο προδρομικές μορφές του συμβολισμού είναι ο Γάλλος Σαρλ Μπωντλαίρ και ο Αμερικανός Έντγκαρ Άλλαν Πόε. Στη Γαλλία, ο συμβολισμός συνδέθηκε στενά με τους λεγόμενους "ποιητές της παρακμής" όπως τον Αρθούρο Ρεμπώ, τον Πωλ Βερλαίν και τον Στεφάν Μαλαρμέ, ενώ αργότερα σπουδαίοι συμβολιστές ποιητές υπήρξαν ο Πωλ Κλωντέλ και ο Πωλ Βαλερύ. Εκτός Γαλλίας, ο συμβολισμός επηρέασε ποιητές όπως τους Ράινερ Μαρία Ρίλκε (Γερμανία), Έζρα Πάουντ και Τ.Σ.Έλιοτ (Αγγλία) και Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα (Ισπανία).

Αρθούρος Ρεμπώ

Μια εποχή στην κόλαση

Στα χαρακτηριστικά της συμβολιστικής ποίησης εντάσσεται η προσπάθεια απόδοσης των ψυχικών καταστάσεων με τρόπο έμμεσο και συμβολικό, με αποτέλεσμα την υπαινικτική και υποβλητική χρήση της γλώσσας, σε συνδυασμό με μια αφθονία εικόνων και μεταφορών. Ο συμβολισμός δημιουργεί ένα ρευστό, συγκεχυμένο, ασαφές και θολό κλίμα, συνυφασμένο με μια διάθεση ρεμβασμού, μελαγχολίας και ονειροπόλησης, που προκρίνει την έντονη πνευματικότητα, τον ιδεαλισμό και, σε πολλές περιπτώσεις, το μυστικισμό. Μορφολογικά, τα ποιήματα χαρακτηρίζονται από τεχνικές καινοτομίες: χαλαρή ομοιοκαταληξία, ανομοιοκατάληκτο ή ελεύθερο στίχο, πολλά πρωτότυπα σχήματα λόγου, ιδιόρρυθμη σύνταξη, νέο λεξιλόγιο. Οι καινοτομίες αυτές, μαζί με την έντονη μουσικότητα και τον υποβλητικό χαρακτήρα του στίχου, που απευθύνεται ταυτόχρονα στην ακοή και στο συναίσθημα, λειτουργούν ως πρώτο βήμα στο δρόμο από την παραδοσιακή στη νεοτερική ποίηση.
Ο συμβολισμός δε γνώρισε την εξάπλωση του ρομαντισμού, αλλά επηρέασε αρκετές χώρες, μεταξύ των οποίων και την Ελλάδα. Οι Έλληνες ποιητές οικειοποιούνται κυρίως τον υπαινικτικό και υποβλητικό χαρακτήρα της ποίησης, που στρέφει νου και αισθήματα προς την υψηλότερη σφαίρα των ιδεών, με την πραγματικότητα να αποτελεί έναν ταπεινό τόπο απελπισίας και μελαγχολίας.
Οι αυθεντικοί συμβολιστές ποιητές στη χώρα μας είναι ελάχιστοι και αξίζει ίσως να αναφέρουμε τους Γιάννη Καμπύση, Σπήλιο Πασαγιάννη και Κωσταντίνο Χατζόπουλο. Ο τελευταίος είναι και ο μόνος που προσπάθησε να εφαρμόσει το συμβολισμό στην πεζογραφία, στο μυθιστόρημά του Το φθινόπωρο (1917). Συμβολικά στοιχεία ή επιρροές μπορούμε ωστόσο να εντοπίσουμε σε πολλούς ακόμη ποιητές, όχι μόνο στις αρχές του 20ου αιώνα, αλλά και αργότερα: Λορέντζο Μαβίλη, Κωστή Παλαμά, Ιωάννη Γρυπάρη, Λάμπρο Πορφύρα, Μιλτιάδη Μαλακάση, Ζαχαρία Παπαντωνίου, Απόστολο Μελαχροινό, κ. ά.


Πηγή: Λεξικό Λογοτεχνικών όρων, ΟΕΔΒ, σελ. 175-178.


Λάμπρος Πορφύρας

Το στερνό παραμύθι



Παρατηρείτε ότι κάποιοι ποιητές, όπως ο Κωστής Παλαμάς, ο Ιωάννης Γρυπάρης, ο Λορέντζος Μαβίλης, κ.ά. αναφέρονται τόσο στην ανάρτηση για τον παρνασσισμό όσο και σ' συτή για τον συμβολισμό. Τι σημαίνει αυτό για το ποιητικό έργο τους; Τι σημαίνει για τα δύο λογοτεχνικά ρεύματα;

Ποια χαρακτηριστικά του συμβολισμού εντοπίζετε στα ποιήματα "Το Πανηγύρι στα σπάρτα" του Κωστή Παλαμά, "Ήρθες" του Κωσταντίνου Χατζόπουλου και "Το Θέατρο" του Λάμπρου Πορφύρα, που περιλαμβάνονται στο σχολικό βιβλίο;

Γύρω στα 1920, κάνουν την εμφάνισή τους ορισμένοι ποιητές βαθύτατα επηρεασμένοι από το γαλλικό συμβολισμό, τους οποίους συνήθως κατατάσσουμε στη λεγόμενη ομάδα του νεοσυμβολισμού (ή νεορομαντισμού, όπως είχε ονομαστεί από κάποιους συγχρόνους της). Οι κυριότεροι εκπρόσωποι αυτής της ομάδας είναι οι Κώστας Ουράνης, Μαρία Πολυδούρη, ο Τέλλος Άγρας, ο Ναπολέων Λαπαθιώτης, ο Μήτσος Παπανικολάου, ο Κώστας Καρυωτάκης. Οι ποιητές αυτοί εισάγουν το χαμηλόφωνο και ιδαίτερα μουσικό τόνο στην ποίησή τους και γίνονται εκφραστές κυρίως τραυματικών συναισθημάτων και ψυχικών καταστάσεων. Ο Κώστας Καρυωτάκης, με τον οποίο θα ασχοληθούμε σε επόμενη ανάρτηση, σε αντίθεση με τους άλλους νεοσυμβολιστές, ξεφεύγει από το κλίμα της νεορομαντικής και ουτοπικής νοσταλγίας και γίνεται εκφραστής της νέας πραγματικότητας, την οποία σατιρίζει και σαρκάζει.

Μαρία Πολυδούρη

Μόνο γιατί μ' αγάπησες



Θεωρείτε πως θα μπορούσε το ποίημα της Μαρίας Πολυδούρη "Μόνο γιατί μ´ αγάπησες" να ενταχθεί στα νεοσυμβολιστικά ποιήματα;

Ο Ναπολέων Λαπαθιώτης εντάσσεται στους νεορομαντικούς, νεοσυμβολιστές ποιητές. Σε ένα ποιητικό παιχνίδι του, το 1938, έγραψε το "ΒΑΟ ΓΑΟ ΔΑΟ" ένα ποίημα απρόσμενο για την εποχή του, αλλά και το προσωπικό ποιητικό του ύφος (όχι ίσως για την προσωπικότητά του). Προλαβαίνει έτσι, ο Λαπαθιώτης, το Λεττρισμό (Lettrisme), που ως κίνημα εμφανίζεται γύρω στο 1945. Το κίνημα του Λεττρισμού είναι ένα "αντιλεξικό" κίνημα, πρεσβεύει μια ποίηση που θα βασίζεται στη δύναμη του φθόγγου – στη δύναμη της ήχησης, κι όχι στο νόημα των λέξεων. Ο ποιητής φτιάχνει δικές του λέξεις, καινοφανείς, με αυθαίρετους φθογγικούς συνδυασμούς, που ανοίγουν, ωστόσο, το πεδίο στον αναγνώστη, να τις φορτίσει με νόημα, κάτι που και ο ίδιος ο υπερλεξιστής ποιητής ίσως έχει ήδη κάνει, υπομειδιώντας...


ΒΑΟ, ΓΑΟ, ΔΑΟ

Ζινώντας παβίδονο σαβίνι,
Κι ἀπονιβώντας ἐρομιδαλιὸ
Κουμάνισα τὸ βίρο τοῦ λαβίνι
Μὲ σάβανο γιδένι τοῦ Θαλιό.

Κι ἀνέδοντας ἕν᾿ ἄκονο λαβίνι
Ποὺ ραδαγοσαλιοῦσε τὸν ἀλιὸ
Σινέρωσα τὸν ἄβο τοῦ ραβίνι
Σ᾿ ἕνα ἄφαρο δαμένικο ραλιό!

Σουβέροδα στ᾿ ἁλίκοπα σουνέκια
Μέσ᾿ στ᾿ ἄλινα ποὺ δὲν ἐσιβονεῖ
Βαρίλωσα τ᾿ ἀκίμορα κουνέκια.

Καὶ λαδαμποσαλώντας τὴν ὀνὴ
Καράμπωσα τὸ βούλινο διράνι
Σὰν ἄλιφο τουρένι ποὺ κιράνει.

Γιατί ο Ναπολέων Λαπαθιώτης έδωσε στο ποίημά του "ΒΑΟ, ΓΑΟ, ΔΑΟ" τη μορφή του σονέτου; Με τι νόημα μπορείτε να φορτίσετε τις λέξεις του ποιήματος;

Ποια χαρακτηριστικά του νεοσυμβολισμού εντοπίζετε στο ποίημα "Νυχτερινό" του Ναπολέοντα Λαπαθιώτη που συμπεριλαμβάνεται στο σχολικό βιβλίο;


Τετάρτη 15 Φεβρουαρίου 2012

Παρνασσισμός

Ο παρνασσισμός είναι ένα λογοτεχνικό κίνημα που εμφανίζεται στη Γαλλία γύρω στα μέσα του 19ου αιώνα, ως αντίδραση προς το ρομαντισμό, ο οποίος εκείνη την εποχή βρίσκεται ήδη στη φάση της παρακμής. Σιγά-σιγά θα εξαπλωθεί σε μερικές ακόμη χώρες, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα.
Ο όρος χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά το 1866 από τους Κατούλ Μαντές και Ξαβιέ ντε Ρικάρ όταν εξέδωσαν το φιλολογικό περιοδικό "Σύγχρονος Παρνασσός" που αποτελούσε αναφορά στο ελληνικό βουνό Παρνασσός και την μυθολογική του υπόσταση ως κατοικία των Μουσών. Αργότερα o Αλφόνς Λεμέρ εξέδωσε επ΄ αυτού την ομώνυμη ποιητική ανθολογία του. Παρνασσικά στοιχεία εντοπίζουμε στους ποιητές Συλί Πρυντόμ, Σάρλ Μπωντλαίρ, Στεφάν Μαλαρμέ, Λωτρεαμόν, κ.ά.
Ο παρνασσισμός δίνει μεγάλη σημασία στην ακρίβεια της έκφρασης και στη λεπτομέρεια, καθώς προασπαθεί να καλλιεργήσει μιαν απρόσωπη και αντικειμενική ποίηση, εκφράζοντας με τον τρόπο αυτό το επιστημονικό πνεύμα της εποχής. Σε ό,τι αφορά την επεξεργασία του στίχου, σέβεται τους ρυθμικούς, μετρικούς και στιχουργικούς κανόνες, καθώς και την ομοιοκαταληξία, και γενικά ενδιαφέρεται υπερβολικά για τη μορφή.
Οι παρνασσικοί ποιητές αντλούν τα θέματα και τις εικόνες τους από τη μυθολογία και την ιστορία και αναζητούν την έμπνευσή τους στους χαμένους πολιτισμούς της αρχαιότητας, ιδίως στον ελληνικό και τον ινδικό. Αυτό που τελικά επιδιώκουν είναι η απουσία κάθε συναισθήματος, πάθους ή έντασης. Θέλουν κυρίως να εκφράσουν την ηρεμία τη γαλήνη, την απάθεια και για αυτό το σκοπό υιοθετούν ως ένα βαθμό την πλαστικότητα και την αρμονία της κλασικής τέχνης. Για τους παρνασσικούς ποιητές, το ποίημα πρέπει να έχει την ομορφιά ενός αρχαίου αγάλματος.
Ωστόσο, στην προσπάθειά τους να καλλιεργήσουν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο αυτή την απρόσωπη και αντικειμενική έκφραση, αυτόν τον απόλυτα ισορροπημένο και ψυχρό ποιητικό τόνο και ύφος, οι παρνασσικοί δημιούργησαν μια ποίηση χωρίς αληθινή ζωή ή ανθρώπινη παρουσία, μακριά από κάθε συναίσθημα. Αρνούμενοι δηλαδή το ρομαντισμό, έφτασαν τελικά στους αντίποδές του.
Σε ό, τι αφορά τη νεοελληνική λογοτεχνία, ο παρνασσισμός κάνει την εμφάνισή του με την ποιητική γενιά του 1880, τη λεγόμενη Νέα Αθηναϊκή Σχολή. Και στη χώρα μας εμφανίζεται στο προσκήνιο ως αντίδραση στο ρομαντισμό, ενώ έχει όλα τα χαρακτηριστικά του γαλλικού παρνασσισμού, τόσο τα θετικά όσο και τα αρνητικά. Ένα πολύ σημαντικό στοιχείο σε σχέση με το ρομαντισμό είναι ότι ο παρνασσισμός αρνείται την καθαρεύουσα και στρέφεται προς τη δημοτική (οι Έλληνες παρνασσικοί ποιητές ανήκουν στη λεγόμενη γενιά του δημοτικισμού).
Με τον παρνασσισμό η ποίηση, ιδιαίτερα η ελληνική, επανέρχεται σε μια ισορροπία, μετά το ξέφρενο συναισθηματικό και πολύ συχνά αρρωστημένο ξέσπασμα του ρομαντισμού. Από την άποψη αυτή ο παρνασσισμός αποτελει ένα είδος νεο-κλασικισμού.
Παρνασσικά ποήματα έγραψαν κυρίως οι Κωστής Παλαμάς, Ιωάννης Γρυπάρης, Γεώργιος Δροσίνης, Νίκος Καμπάς, Αριστομένης Προβελέγγιος, Λορέντζος Μαβίλης, κ.ά., καθώς και οι κάπως μεταγενέστεροι Άγγελος Σικελιανός και Κώστας Βάρναλης.

Πηγή: Λεξικό Λογοτεχνικών όρων, ΟΕΔΒ, σελ. 141-142.


Κωστής Παλαμάς

Της Αθηνάς ανάγλυφο

1896

Πῶς ἀκούμπησες ἄπραγα τὸ δόρυ;
Τὴ φοβερή σου περικεφαλαία
βαριὰ πῶς γέρνεις πρὸς τὸ στῆθος, Κόρη;
Ποιὸς πόνος τόσο εἶναι τρανός, ὦ Ἰδέα,
γιὰ νὰ σὲ φτάση! Ὀχτροὶ κεραυνοφόροι
δὲν εἶναι γιὰ δικά σου τρόπαια νέα;
Δὲν ὁδηγεῖ στὸ Βράχο σου τὴν πλώρη
τοῦ καραβιοῦ σου πλέον πομπὴ ἀθηναῖα;
Σὲ ταφόπετρα βλέπω νὰ τὴν ἔχη
καρφωμένη μία πίκρα τὴν Παλλάδα.
Ὤ! κάτι μέγα, ἀπίστευτο θὰ τρέχη ...
Χαμένη κλαῖς τὴν ἱερή σου πόλη
ἢ νεκρὴ μέσ᾿ στὸ μνῆμα καὶ τὴν ὅλη
τοῦ τότε καὶ τοῦ τώρα, ὠιμένα! Ἑλλάδα;


Ιωάννης Γρυπάρης

Εστιάδες

Bαθειά άκραχτα μεσάνυχτα, τρισκότεινοι ουρανοί
πάν' απ' την Πολιτεία την κοιμισμένη·
κι άξαφνα σέρνει του Kακού το Πνεύμα μια φωνή,
τρόμου φωνή ― κι όλοι πετιούνται αλλαλιασμένοι.

«Έσβυσε η άσβυστη φωτιά!» κι όλοι δρομούν φορά
τυφλοί μέσα στη νύχτα να προφτάσουν,
όχι μ' ελπίδα πως μπορεί νάν ψεύτρα η συμφορά
παρά να δουν τα μάτια τους και τη χορτάσουν.

Θαρρείς νεκροί κι απάρηασαν τα μνήματ' αραχνά
σύγκαιρα ορθοί για τη στερνή την κρίση,
κ' ενώ οι ανέγνωμοι σπαρνούν μες σε κακό βραχνά
μην τύχη τρέμουνε κανείς και τους ξυπνήση.

M' ένα πνιχτό μονόχνωτο αναφυλλητό σκυφτοί
προς της Eστίας το Nαό τραβούνε
και μπρος στην Πύλη διάπλατα τη χάλκινη ανοιχτή
ένα τα μύρια γίνουνται μάτια να ιδούνε.

Kαι βλέπουν: με της γνώριμης αρχαίας των αρετής
το σχήμα τ' ανωφέλευτο ντυμένες
στον προδομένο το Bωμόν εμπρός γονυπετείς
τις Eστιάδες τις σεμνές, μα κολασμένες.

Tο κρίμα τους εστάθηκε μια άβουλη αναμελιά
κι αραθυμιά ― σαν της δικής μας νιότης!
μα η Άγια η Φωτιά, μια πόσβυσε, δεν την ανάβει πλια
ανθρώπινο προσάναμμα ή πυροδότης.

Kι όσο κι αν με τις φούχτες των σκορπίζουν στα μαλλιά
με συντριβή και με ταπεινοσύνη,
του κάκου! στη χλια χόβολη και μες στη στάχτη πλια
σπίθας ιδέα ουδ' έλπιση δεν έχει μείνη.

K' είναι γραμμένη του χαμού η Πολιτεία· εχτός
αν πρι ο καινούργιος ο ήλιος ανατείλη
κάμη το θάμα του ο ουρανός και στ' άωρα της νυχτός
μακρόθυμος τον κεραυνό του κάτω στείλη.

Kι αν είν και πέση απάνω τους, ας πέση! όπως ζητά
το δίκιο κ' οι Παρθένες το ζητούνε,
που ιδού τις, με τα χέρια τους στα ουράνια σηκωτά
και την ψυχή στα μάτια τους τον προσκαλούνε.

. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .

Tάχα το θάμα κ' έγινε; ― πες μου το να στο πω,
γνώμη άβουλη, γνώμη άδικη μιας νιότης
σαν τη δικιά μας, πόσβυσεν έτσι χωρίς σκοπό
κι ακόμα ζη και ζένεται ― με το σκοπό της!

(Σκαραβαίοι και Τερρακότες)

Αν διαβάσετε προσεκτικά τα παραπάνω ποιήματα, θα εντοπίσετε χαρακτηριστικά του παρνασσισμού. Ποια είναι αυτά;
Ποια χαρακτηριστικά του παρνασσισμού αναγνωρίζετε στο ποίημα "Αγορά" του Κωστή Παλαμά που συμπεριλαμβάνεται στο σχολικό βιβλίο;

Παρατηρείτε ότι κάποιοι ποιητές, όπως ο Κωστής Παλαμάς, ο Ιωάννης Γρυπάρης, ο Λορέντζος Μαβίλης, κ.ά. αναφέρονται τόσο στην ανάρτηση για τον παρνασσισμό όσο και σ' συτή για τον συμβολισμό. Τι σημαίνει αυτό για το ποιητικό έργο τους; Τι σημαίνει για τα δύο λογοτεχνικά ρεύματα;





Κυριακή 12 Φεβρουαρίου 2012

Ρομαντισμός

Ο Ρομαντισμός κυριαρχεί στις τρεις μεγάλες ευρωπαικές λογοτεχνίες από τα τέλη του 18ου ως τα μέσα περίπου του 19ου αιώνα: αγγλική, με έναν από τους βασικότερους εκπροσώπους της το Λόρδο Βύρωνα, γαλλική και γερμανική, ενώ με κάποια καθυστέρηση εμφανίζεται και σε πολλές άλλες χώρες, μεταξύ των οποίων και στην Ελλάδα, στην οποία κυριαρχεί ανάμεσα στα χρόνια 1830-1880.
Οι ρομαντικοί ποιητές συγκρούονται με τον κλασικισμό και με το ορθολογικό πνεύμα του Διαφωτισμού. Αμφισβητούν όλους τους κανόνες, την τυποποίηση, τις ηθικές αξίες του κλασικού παρελθόντος και, γενικά, την παράδοση. Στη θέση όλων αυτών τοποθετούν το συναίσθημα και τη φαντασία, το απόλυτο και το υπερβολικό, το συγκινησιακό και το ιδανικό.
Σε ό,τι αφορά τη θεματογραφία, υπάρχει μια ιδιαίτερη επιμονή στο 'εγώ' του δημιουργού ή του ήρωα, ένας έντονος δηλαδή ατομικισμός και εγωκεντρισμός. Οι ρομαντικοί δείχνουν επίσης μια προτίμηση για θέματα όπως η προσωπική εμπειρία της φύσης, ο θεός, η περιπέτεια, ο έρωτας (συνήθως μελαγχολικός και καταδικασμένος), ο ηρωισμός, οι αγώνες για την ελευθερία, κ.ά. Αρέσκονται επίσης στη χρησιμοποίηση υποβλητικών σκηνικών, ὸπως τα νυχτερινά φεγγαρόλουστα τοπία, τα ερείπια, οι τάφοι, οι μακάβριες εικόνες θανάτου, κτλ.
Ο νεοελληνικός ρομαντισμός εκπροσωπείται κυρίως από τους Φαναριώτες και τη Ρομαντική Σχολή των Αθηνών, με κυριότερους εκπροσώπους τους αδελφούς Παναγιώτη και Αλέξανδο Σούτσο, τον Αλέξανδρο Ρίζο Ραγκαβή, το Γεώργιο Ζαλοκώστα, τους νεότερους Θεόδωρο Ορφανίδη, Ιωάννη Καρασούτσα και Δημοσθένη Βαλαβάνη, καθώς και τους Σπυρίδωνα Βασιλειάδη και Δημήτριο Παπαρρηγόπουλο, με τους οποίους φτάνει σε ακραίες υπερβολές. Τελευταίος εκπρόσωπος του ρομαντισμού, όταν έχει πια παρακμάσει, είναι ο Αχιλλέας Παράσχος.
Κάποια ρομαντικά στοιχεία μπορούμε να βρούμε και στη ποίηση Επτανήσιων ποιητών, όπως ο Διονύσιος Σολωμός, ο Ανδρέας Κάλβος και ο Αριστοτέλης Βαλαωρίτης.

Πηγή: Λεξικό Λογοτεχνικών όρων, ΟΕΔΒ, σελ. 162-164.

Δύο χαρακτηριστικά ρομαντικά ποιήματα:

Καρασούτσας Iωάννης


Η Παιδική Ηλικία
(αποσπασμάτιον)

Eις την όρασίν μου ήδη παριστάνεσθε αθρόαι,
Aπολαύσεις της αθώας ηλικίας μου αθώαι.
Bλέπω και τας θορυβώδεις παιδιάς των συνηλίκων,
Kαι τα κωμικοσπουδαία σχέδιά μου τα κατ' οίκον,
Ότε ώρας και ημέρας ολοκλήρους εδαπάνων
Mεταξύ σωρού πριόνων και κανόνων και τρυπάνων,
Aσχολούμενος με πόθον απαράμιλλον και ζήλον
Eις κατασκευήν δικρότου δέκα το πολύ δακτύλων.
Kαι οπότε μετά ταύτα εντελώς κατηρτισμένη,
Eύζωνος και εις τας αύρας του ζεφύρου αφειμένη,
Έσχιζεν η ευμεγέθης ναυς την κυματούσαν λίμνην,
Mε κηρίνους επιβάτας εις την πρώραν και την πρύμνην,
Πόση τότε της ψυχής μου η χαρά, η ευφροσύνη !
Πλην παρήλθον, ναι, παρήλθον οι χρυσοί καιροί εκείνοι.
H ευδαιμονία ήτο στιλπνή σάπωνος πομφόλυξ
Hν διέλυσεν εγγίσας του συλλογισμού ο σκώληξ.


Αχιλλεύς Παράσχος

Ζηλοτυπία
(Ασμάτιον)

Eκείνος όστις αγαπά έχει βαθύ το όμμα·
Tην άβυσσον το βλέμμα του αυτήν διαπερά.
Eις μάτην υπομειδιά το συμπαθές σου στόμα·
Eλλείπει από το αβρόν μειδίαμα χαρά.
Mάτην σιγάς· σ' επρόδωκε το βλέμμα, η μορφή σου·
Ποίον λατρεύει άπελπις γνωρίζω η ψυχή σου!

Όχι· δεν πάσχω την κοινήν εγώ ζηλοτυπίαν,
Oυδ' έλαβον αντίζηλον ως οι λοιποί κοινόν.
Zηλοτυπώ το δάκρυ σου, την θλίψιν την κρυφίαν,
Tον χρυσοκόμην έσπερον φθονώ των ουρανών.
Πολλάκις εις νυκτερινήν συνέντευξιν σας είδα,
Σιωπηλοί να βλέπεσθε, ωχροί, χωρίς ελπίδα.

Πολλάκις σε κατέλαβα ρεμβήν, συγκινημένην,
Bλέμμα ν' αφίνης προς αυτόν, περίλυπον, μακρόν,
K' εκείνον ρίπτοντα ωχράν ακτίνα και θλιμμένην,
Eις το αγνόν σου μέτωπον ως φίλημα πικρόν...
Σε είδον κ' έκλαυσα ως παις από ζηλοτυπίαν,
K' ησθάνθην έτι δια σε κ' εκείνον ευσπλαχνίαν!

Αν μπείτε στη διεύθυνση του Σπουδαστηρίου του Νέου Ελληνισμού, θα βρείτε περισσότερα ποιήματα ρομαντικών ποιητών:
http://www.snhell.gr/anthology/writers.asp
Ποια στοιχεία του ρομαντισμού εντοπίζετε στα δύο παραπάνω ποιήματα;


Ποιες επιρροές από το ρομαντισμό επισημαίνετε στα ποιήματα "Τα ηφαίστεια" του Ανδρέα Κάλβου και "Ελεύθεροι Πολιορκημένοι" του Διονυσίου Σολωμού (από το σχολικό βιβλίο);